Πέμπτη 11 Απριλίου 2019

The SpongeBob SquarePants* (inner)_Space_ Oddity

.
.
.
.



ήρθε η ώρα να αδράξουμε την μέρα
να πάμε πιο πέρα
να φορέσουμε καινούργια ρούχα
να υποδεχτούμε τον παλιό μας εαυτό

θα σου πει: σε θυμάμαι από κάπου,
θα του πεις ναι λοιπόν! φίλε, άκου...
ήμουν τόσο μικρός και αστείος
όταν σε είχα πρώτη φορά αντιληφθεί..

τρέχαμε μαζί στα χώματα
κολυμπούσαμε στα πατώματα
με προκαλούσες να ανέβω στο πιο ψηλό κλαδί
και το έκανα, πάντα το έκανα
χοροπηδούσαμε από το τραπέζι στο πάτωμα
από το Ηράκλειο στο διάστημα
μην με αφήσεις φίλε μου σου έλεγα
και μετά εγώ σε άφησα...

σε έκανα μικρό και σε έθαψα
σε άλλων όνειρα και αλλονών σκέψεις
σε αλλονών προσδοκίες
στα τραύματα που μου κληροδότησε ο πατέρας μου
στην ευτυχία της μάνας μου
στις εφημερίδες και στα μετάλλια
ένα κομμάτι της σάρκας μου
για κάθε επιβεβαίωση

Μικρέ μου φίλε, ψάχνω να σε βρω
τον μίτο κρατώ στον λαβύρινθο αυτό
που έχουν φτιάξει για κάθε παιδί
ο κάθε άνθρωπος ποντίκι στην φάκα
σοβαρότητα ντεμέκ και λησμονιά

την ουσία μου, ψάχνω να βρω
την ικανότητα να σε αγαπώ
να σε ευχαριστώ,
σε ευχαριστώ που με άκουσες\
σου είμαι ευγνώμων που άκουσες το κλάμα μου
το γέλιο και τις σκέψεις μου
τις εκροές που απομακρύνονται από τα σπλάχνα μου
ψάχνοντας να βρουν τα δικά σου...

γυμνή κοπέλα\ στο κρεβάτι του πόνου μου
γυμνή αλήθεια\ να φαντάζομαι το σώμα μου
όπως θα ήταν\ αν είχα ονειρευτεί
ποιος θα ήμουν
πριν με κάνουν το Εγώ, το Αύριο, το Χθες
αυτό που είμαι
Ματαίωση\ τα χαμένα λόγια μου
Υποχρέωση\ τα χαμένα χρόνια μου
Περιμένουν και χάσκουν όλα
στο σώμα μου
στο τώρα μου
Τώρα που νιώθω
τώρα που νιώθω\ το σώμα μου

Η αλήθεια που ποτέ δεν ήθελα να δω
να ακούσω, να υποπτευτώ,
ο κόσμος είναι μικρός και αδύνατος
και εμείς κατσαριδάκια στο λούκι του σύμπαντος
έψαξα παντού να βρω την ομορφιά
την βρήκα στα πιο ασήμαντα πράγματα
αυτά που μας μαθαίνουν, πως είναι ασήμαντα
και μας διδάσκουν να τα αφήνουμε μακριά
γερνάμε όταν ξεχνάμε
και γεμίζουμε απόγνωση και άχρηστα συναισθήματα
άχρηστα αντικείμενα
ώρες γεμάτα κενές\ 
όμως δες!
παραπήγματα στην μνήμη μας οι ωραίες στιγμές
σαν τσιγγάνοι μετοικούν
και θα σου φέρουν την ποίηση
θα σου βάλουν το κουστούμι το κίτρινο
και την κορδέλα στα μαλλιά
την πένα στα δάχτυλα
να γράψεις, να γράψεις ξανά.

Το μυαλό σου ανήσυχο
ευτυχώς τόσο ανήμπορο 
να ξεχάσει... 
το αγοροκόριτσο που έτρεχε στις αλάνες
που έσκιζε στο ποδόσφαιρο
που προκαλούσε αμηχανία στους μεγάλους
που μελαγχολούσε στην ανικανότητα των γύρω του να καταλάβουν
\να με καταλάβουν
να με διαβάσουν\
όπως είμαι
πως
 .......Είμαι.......
.........εγώ.......

Και τι με νοιάζει;
σαν πως ξέρουν ποιοι είναι αυτοί να με κρίνουν;
με κρίνουν


μάνα ποια είσαι;
τι του βρήκες αυτού του τύπου;
ποια εικόνα του με γέννησε;
πατέρα ποιος είσαι;
γιατί δεν αφήνεις μακριά τους δαίμονες;
γιατί επαναλαμβάνεις τα λάθη του πατέρα σου;
ακριβώς εκείνα που πλήγωσαν και εσένα..
αδερφέ μου εσύ με κατάλαβες;
με είδες μία φορά αληθινά;
με άφησες να κάτσω στο πλευρό σου
ίσος προς ίσος, ισότητα
σαρξ εκ σαρκός\της ίδιας μήτρας γέννημα..


τον εαυτό μου έψαχνα, να τον γεννήσω
μέσα από μπούτια 
άλλων κοριτσιών
τον εαυτό μου έψαχνα, να καθρεφτίσω
σε μάτια λίμνες, άλλων παιδιών
άλλοτε πνιγόμουν, άλλοτε κολύμπαγα
εσύ με είδες;
με αγάπησες;
με φοβήθηκες;
με κατάλαβες καθόλου;
δύο αντανακλάσεις που χορεύουν βαλς
έτσι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις
και οι σκέψεις μας για αυτές καθρέφτες και συνεχόμενες διαθλάσεις φωτός
Και να έφτασα εδώ
σήμερα τώρα
νιώθω μπορώ και ζω
στα πιο βαθιά μου έγκατα
το παιδί τρέχει ακόμα
του έδωσες το φιλί της ζωής
 το φιλί της ζωής με πρόσθεση ή χωρίς
δεν έχει μεγάλη σημασία
ακόλουθα τα βήματα
τώρα που ωραία τελείωσε η άνοιξη








..........
x